Πηγή:www.iator.gr
Έχουν συμπληρωθεί δύο χρόνια και κάτι από την ανακάλυψη των πρώτων κρουσμάτων κορωνοϊού στην επαρχία Ουχάν της Κίνας και την «πυροδότηση» της πανδημίας Covid-19 που διατάραξε την καθημερινότητα και τις κοινωνικές σταθερές σε όλο τον πλανήτη, συμπεριλαμβανομένης και της Κύπρου. Μια νέα πραγματικότητα αναδύθηκε σταδιακά, φέρνοντάς μας αντιμέτωπους πρωτίστως με αναρίθμητες ανθρώπινες απώλειες, αλλά και πολλές άλλες πολυδιάστατες επιπτώσεις σε οικονομικό, κοινωνικό και ψυχικό επίπεδο.
Μολονότι πληθαίνουν τα ενθαρρυντικά σημάδια ότι η δραματική ταχύτητα με την οποία εξαπλώνεται η παραλλαγή Όμικρον θα επεκτείνει σύντομα την ανοσία σε τέτοιο βαθμό που σύντομα θα φέρει την ενδημικότητα του ιού, το αποτύπωμα που αφήνει η πανδημία στο πέρασμά της φαίνεται πως θα μας συνοδεύει για περισσότερο, όπως και τα στοιχήματα για τη διαχείριση της μετά-Covid εποχής.
Η παρατεταμένη κόπωση από τα περιοριστικά μέτρα, η ανασφάλεια για το μέλλον, η ανεπαρκής πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες, η ελλιπής ή και εσφαλμένη πληροφόρηση εν μέσω μιας πρωτόγνωρης, μη–φυσιολογικής κατάστασης αποτελούν στρεσογόνους παράγοντες που δοκιμάζουν τις αντοχές όλων μας και επηρεάζουν ιδιαίτερα τις πιο ευάλωτες ομάδες συνανθρώπων μας, όπως οι χρόνιοι ασθενείς ή οι ηλικιωμένοι, που είναι συχνά περισσότεροι εξαρτημένοι από άλλους για φροντίδα.
Αυτές και ποικίλες άλλες προκλήσεις που γέννησε και γεννά η πανδημική κρίση μπήκαν στο «μικροσκόπιο» της πρόσφατης Ημερίδας που συνδιοργάνωσε η Διεθνής Ομοσπονδία Θαλασσαιμίας (ΔΟΘ) με τον Παγκύπριο Ιατρικό Σύλλογο (ΠΙΣ) και την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, με συμμετοχή πληθώρας διακεκριμένων προσωπικοτήτων από το επιστημονικό, κοινωνικό και πολιτικό φάσμα της χώρας μας.
Αναδείχθηκαν κενά και διαρθρωτικές αδυναμίες στους μηχανισμούς διαχείρισης έκτακτων απειλών για τη δημόσια υγεία και στο σύστημα υγείας, το οποίο, εν μέσω μιας ομολογουμένως ιδιαίτερα κρίσιμης μεταρρυθμιστικής καμπής και με δεδηλωμένες προϋπάρχουσες ελλείψεις, πασχίζει να ανταποκριθεί στις αυξημένες απαιτήσεις του πληθυσμού για έγκαιρες, αποτελεσματικές και ασφαλείς υπηρεσίες υγείας.
Φαινόμενα όπως εκείνα των καθυστερήσεων στις αιμοδοσίες, των αναβολών σε προγραμματισμένα χειρουργεία ή διακοπής της τακτικής ιατρικής παρακολούθησης ασθενών, των ελλείψεων σε φάρμακα και των ανισοτήτων στην πρόσβαση σε υγειονομικές υπηρεσίες, λόγω της επιπρόσθετης πίεσης που δημιουργεί η πανδημία, άφησαν, ΄’όπως κατέδειξε η Ημερίδα, ιδιαίτερα εκτεθειμένες και αθωράκιστες κυρίως τις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού.
Μετά το πάθημα του κορωνοϊού οφείλουμε να είμαστε εφεξής καλύτερα προετοιμασμένοι απέναντι στο, απευκταίο αλλά όχι απίθανο, ενδεχόμενο μιας μελλοντικής υγειονομικής κρίσης. Αντιμετωπίζοντας δηλαδή την πανδημία λιγότερο ως ένα καταστροφικό γεγονός και περισσότερο ως ευκαιρία για θετικές εμπειρίες ανάπτυξης και επανατοποθέτησης αξιών και στόχων, τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο.
Σε ό,τι αφορά το τελευταίο, η νέα πραγματικότητα που διαμορφώνεται απαιτεί εγρήγορση και επιφυλακή ώστε ο τομέας της Υγείας να μη διολισθήσει σε μια διχοτομημένη παροχή υγειονομικής περίθαλψης, αλλά να ενισχυθεί για να διασφαλίζει μεγαλύτερη ετοιμότητα και ευελιξία απέναντι στο απρόβλεπτο με πιο αποφασιστικό, οργανωμένο και ελεγχόμενο τρόπο.
Η περαιτέρω αναδιοργάνωση και οχύρωση της δημόσιας υγείας, κατά την άποψή μου, χρειάζεται να επικεντρωθεί πρώτα και κύρια στη δημιουργία ενός Εθνικού Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας με ένα διακριτό και σωστά στελεχωμένο Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Λοιμωδών Νοσημάτων στα πρότυπα άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η στενή συνεργασία με την οποία μας δίδαξε αδιαμφισβήτητα πολλά καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
Ισχυρή δημόσια υγεία σημαίνει επίσης και πιο δραστικά και αποφασιστικά βήματα για την ανάπτυξη προληπτικών πολιτικών και ενίσχυση των κρατικών νοσηλευτηρίων και της εύρυθμης λειτουργίας τους. Βελτίωση των υποδομών τους και στήριξη των επαγγελματιών τους που με αυτοθυσία βρέθηκαν εξαρχής στην πρώτη γραμμή της μάχης κατά του κορωνοϊού.
Ας αφουγκραστούμε λοιπόν προσεκτικά τα μηνύματα των ασθενών, της κοινωνίας και ευρύτερης επιστημονικής και ιατρικής κοινότητας και ας μην αφήσουμε τα πολύτιμα διδάγματα της πανδημίας να πάνε χαμένα.
*Δρ. Ανδρούλλα Ελευθερίου
Ιολόγος BSC, MSc, PhD
Εκτελεστική Διευθύντρια Διεθνούς Ομοσπονδίας Θαλασσαιμίας (ΔΟΘ)